____________ ____________ ταξιδεύοντας: 22 ~ Mαργκαρέτε Χάνσμαν: Mε την Λαΐδα, στην Μονεμβασιά

ταξιδεύοντας

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2006

22 ~ Mαργκαρέτε Χάνσμαν: Mε την Λαΐδα, στην Μονεμβασιά


Μargarete Hannsmann (1921)
αγωνίστρια στον ελληνικό αντιχουντικό αγώνα

Σε μια νεκρή φίλη

[...]
Στους θόλους της Μονεμβασιάς
εγκαταστάθηκες
για να γιορτάσεις τ' αναστημένο σου κορμί
κι εγώ δυσκολευόμουν να ψελλίσω
το βενετσιάνικο σύμβολο πίστεως
- δυο μήνες πάνω κάτω -
ώσπου να διακρίνω την αναβολή:
Aκόμα μια φορά σ' ανθοβολεί ο Θεός
με κρίνα της αυλής
στο δισκοπότηρο του ιβίσκου
λύνει τον κόμπο του παρεό
στους ώμους σου:
EΤΣΙ ΤΗΝ ΕΠΛΑΣΑ
το πρόσωπό του αποστρέφει
κι εγώ πρώτη φορά μου σ' έβλεπα
όπως οι άντρες σε κοιτούν στην Αγορά
καθώς μουρμούριζαν προτού σε αθωώσουν.
[...]
Τώρα ήρθε η στιγμή για ένα ποίημα του Σεφέρη, λες
και το σκοτώνεις απαγγέλοντάς το
πίσω απ' αυτούς τους τοίχους ήρθε στο φως ο Ρίτσος
βγάζεις φωτογραφία τη "Ρωμιοσύνη" του
καθώς οι γάτες ανεβαίνουν στ' ανοιχτά βιβλία σου
Λαΐς, απατηλή εξαπατημένη
σκηνοθετείς
όμως εκτός από τα χελιδόνια της Μονεμβασιάς και από μένα
κοινό μηδέν



Μονεμβασιά

Και να κοιτάζεσαι διαρκώς στο οβάλ σου καθρεφτάκι
συσπάσεις ανάμεσα σε σβήσιμο κι αναζωπύρωση
συχνά η μελίρρυτη φωνή σου
ανάμεσα σε δύο φθόγγους να παγώνει
βουτάω το χέρι μου σε σπασμένα γυαλιά

Όμως εσύ σαν Καρυάτιδα οδεύεις
ξυπόλητη πάνω στις σουβλερές αιχμές των βράχων
κάνεις παζάρι με τον ήλιο απροστάτευτη:
θεράπευσέ με
βουτάς στη θάλασσα
αλαφροπάτητη επάνω στις επάλξεις
σέρνομαι εγώ από πίσω σου στην Άνω Πόλη
για ν' ατενίσουμε πέρα απ' τη θάλασσα προς την Ανατολή
- δυο μήνες πάνω κάτω -

Τα βράδια σου τραγουδούν απ' τις θαλαμηγούς
ή κάποιος Έλληνας
εγώ να σε χαϊδεύω με το βλέμμα
ζήσε, Λαΐς,
άσε σε μένα το memento mori
περήφανο καλό μου, αχ
χαμένο μου καλό μου
τώρα πηδάν τα ψάρια από τη θάλασσα για σένανε
πέφτουν αστέρια
τέτοιο φεγγάρι ολόγιομο
ποτέ μου δεν ξανάδα
σαν στα στερνά σου τα γενέθλια
κι εγώ
βουβά εγκαλώ τα σπλάχνα μου καθώς συσπώνται
καθώς τσουγκρίζεις τα ποτήρια μας:
γεια και του χρόνου, Μαργκαρέτε


Μονεμβασιά

[...] Φεύγουμε από το κάστρο
- δυο μήνες πάνω κάτω -
στρεφόμαστε προς τα νησιά

Το τζιπ μας τ' οδηγείς εσύ δίπλα στην άμμο
και στα βουνά
κι όταν σε πιάνει η ευφορία
θέλεις, Λαΐς, ντε και καλά να σιγοντάρω
- δυο πάνω κάτω απονομή χάριτος θα πει -
μα ήδη στα λατομεία πέρα
βλέπω να λαμπυρίζει κάτω απ' το μαυρισμένο δέρμα σου
το χρώμα πάρειου μάρμαρου

Εκεί όπου γιόρτασε τους γάμους η Αριάδνη
μπρος στο κυκλαδικό ειδώλιο της βιτρίνας
το χέρι μου έβαλες απάνω στην κοιλιά σου
κι ήξερα τελικά
αγνότερα δε θα γινόταν ν' αποχαιρετιστούν
η γη κι η θάλασσα
μήτε ποτέ τους τα ουράνια

Πίσω στη Γερμανία το 'μαθες
μόνος μνηστήρας απομένει ο θάνατος
που λαχταράει την περηφάνια, το μυαλό σου
την ταπεινοφροσύνη σου
που θα νικήσει αυτός την ομορφιά σου
- δυο μήνες πάνω κάτω -
δεν έχεις άλλη επιλογή
παρά να τον δεχτείς
...
Μετάφραση: Nίκη Αιντενάιερ

...Άρχισε να θυμάται: "Αχ η νεκρή φίλη". Την είχε γνωρίσει ως σκηνοθέτιδα, όταν γύριζε μια ταινία γι αυτήν, την ποιήτρια, με εντολή ενός τηλεοπτικού σταθμού: μια αξιοθαύμαστη γυναίκα, ωραία, μορφωμένη, γεμάτη απαιτήσεις από τη ζωή και αυτοπεποίθηση. Γίναν αμέσως στενές φίλες. Την φώναζε "Λαΐδα" και πάντα άκουγε τη συμβουλή της. Όταν τη σημάδεψε η αρρρώστια, θέλησε να πάει ακόμη μια φορά στην Ελλάδα, με συνοδεία την απελπισμένη ποιήτρια. Τελευταία αναλαμπή και δοκιμή ν' αντισταθεί στο θάνατο, που όμως σε λίγο έφτασε. ...

= = = = =



Η Μαργκαρέτε Χάνσμαν γεννήθηκε το 1921 στην κωμόπολη της χώρας των Σουηβών Χάιντενχάιμ [φωτ.]. Νεαρή κοπέλλα φοιτώντας σε μια οικοκυρική σχολή μυείται στην ιδεολογία των Εθνικοσοσιαλιστών, σύντομα όμως διακρίνει την ψευτιά και την απάτη, φεύγει από τη σχολή και σπουδάζει ηθοποιός. Γνωρίζει και παντρεύεται τον αντιφασίστα δημοσιογράφο και εκδότη Χάινριχ Χάνσμαν, που πεθαίνει σύντομα αφήνοντάς της δύο παιδιά. Προσπαθεί να ζήσει πουλώντας σχολικά βιβλία και παίζοντας κουκλοθέατρο. Συναντά τον ποιητή και αρχαιολάτρη Γιοχάνες Παίτεν και μαζί του ταξιδεύει συνεχώς στην Ελλάδα, ανακαλύπτοντας έτσι τους αρχαίους μύθους και θεούς. Η Χάνσμαν γράφει λυρική ποίηση, θέατρο, πεζογραφία. Το 1967 οι δυο τους συναντούν τον ζωγράφο και χαράκτη Χ.Α.Π. Γκρισχαμπερ, επίσης ελληνολάτρη, που το 1931/1933 εξέδιδε στην Αθήνα την πολιτικού και πολιτιστικού περιεχομένου εφημερίδα "Ντόιτσε Τσάιτουγκ". Ο τότε γερμανός πρέσβυς τον χαρακτηρίζει "ανεπιθύμητο πρόσωπο" και ο Γκρίσχαμπερ αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Ελλάδα ύστερα από απειλές για τη ζωή του.

Ο μεγάλος έρωτας της ως τότε α-πολιτικής ποιήτριας Μαργκαρέτε και του αγωνιστή ζωγράφου εμπλουτίζεται από τις καλλιτεχνικές τους κλίσεις. Σύντομα γίνεται κι αυτή ένθερμη αγωνίστρια για την επαναφορά της δημοκρατίας στην Ελλάδα και εναντίον των συνταγματαρχών της επταετίας. Οι δυο τους τυπώνουν προκηρύξεις, αφίσες, βιβλία, οργανώνουν εκδηλώσεις και συναντήσεις γερμανών και ξένων διανοουμένων σε πάνω από τριάντα γερμανικές πόλεις. Αλλά και μετά την πτώση της Χούντας θέμα των βιβλίων της παραμένει και επανέρχεται διαρκώς η Ελλάδα, όχι όμως πια μόνο το μυθολογικό παρελθόν της αλλά και το σκληρό παρόν.

Το 1981 πεθαίνει ο Γκρίσχαμπερ. Από τότε η θεματική των έργων της, αν και εξακολουθεί να θίγει τα πιεστικά προβλήματα του καιρού μας, γυρίζει όλο και περισσότερο γύρο από τον νεκρό σύντροφο της ζωής της, το βάρος της ηλικίας και τον ιδιωτικό θάνατο. Ως κυριότερα έργα της θεωρούνται τα πεζά : "Φωτεινή μέρα ξημερώνει - ένα παιδί γίνεται ναζί", "Κραυγή παγωνιού - τα χρόνια με τον Χ.Α.Π. Γκρίσχαμπερ", "Ημερολόγιο των γηράτειών μου", "Ως τη χάση της σελήνης" και οι ποιητικές συλλογές: "Ημέρες δραχμής", "Κοράκου ποίηση", "Όπου η αμμουδιά τελειώνει στον ουρανό". Τιμήθηκε με πολλά γερμανικά και διεθνή βραβεία.

της Χανελόρε Οξ, σε μετάφραση Νίκης Άιντενάιεραπό το περιοδικό "η λέξη" - τεύχος 176, Ιούλιος 2003


φωτογραφίες: www-hpcc.astro.washington.edu,
www.kgrecia.it, www.stadtbibliothek-reutlingen.de,
www.frauen-aktiv.de, www.landesgartenschau-heidenheim.de
εξώφυλλο βιβλίου: www.hinstorff.de


Ενημέρωση 31 Μαρτίου 2007
Margarete Dorothea Hannsmann (10/2/1921-29/3/2007)