____________ ____________ ταξιδεύοντας: 7 ~ Στην Ουρανούπολη με τον Mάριο Βάργκας Γιόσα

ταξιδεύοντας

Σάββατο 10 Ιουνίου 2006

7 ~ Στην Ουρανούπολη με τον Mάριο Βάργκας Γιόσα


Mario Vargas Llosa (1936)
"από τον Αριστοτέλη στην τρίτη χιλιετία"

Δυο Περουβιανοί λογοτέχνες "στα σύνορα του ανθρώπινου με το θείο"

Image Hosted by ImageShack.us

Ιούνιος του 2002. O Περουβιανός συγγραφέας, συναντά τον συμπατριώτη του, ιερομόναχο Συμεών -Miguel Angel de la jara Higginson κατά κόσμον- σε ένα συνέδριο με θέμα: «Η τραγωδία τότε και τώρα: από τον Αριστοτέλη στην τρίτη χιλιετία». Το συνέδριο έγινε "στα σύνορα του ανθρώπινου με το θείο" - στην Ουρανούπολη της Χαλκιδικής.

Image Hosted by ImageShack.us

Γιατί με εντυπωσίασε τόσο η γνωριμία μου με τον πατέρα Συμεών ώστε όταν αποχαιρετιστήκαμε να έχω την εντύπωση πως αποχωρίζομαι έναν παλιό και αγαπημένο φίλο; Πρώτα πρώτα για την ανθρωπιά του και επιπλέον γιατί η περίπτωσή του είναι μια απόδειξη πως η τέλεια βιωμένη ελευθερία μπορεί να απελευθερώσει ένα ανθρώπινο ον από όλους τους περιορισμούς -θρησκεία, πατρίδα, κουλτούρα, γλώσσα, έθιμα- που για τους κοινούς πολίτες λειτουργούν στην πράξη σαν τόσους άλλους τόπους συγκέντρωσης, και να τους αντικαταστήσει με άλλους, ελεύθερα επιλεγμένους, σύμφωνα με τις επιθυμίες του και τα όνειρά του... - Μ.V.L.

Image Hosted by ImageShack.us

Παραμένω αγνωστικιστής, οι θρησκευτικές αντιλήψεις με αφήνουν αδιάφορο. Αλλά το να περιορίσω την ιστορία του πατέρα Συμεών σε μια απλή αλλαγή πίστης θα ήταν αφύσικο. Η ιστορία του είναι αυτή ενός αποπροσανατολισμένου νέου χίπι που με θάρρος, ευαισθησία και επιμονή στάθηκε ικανός να αρνηθεί όλες τις εκδοχές της εποχής του, της οικογένειάς του, και της χώρας του και να κατασκευάσει έναν κόσμο στα δικά του μέτρα, με δικό του προορισμό, να φτιάξει μια ζωή που την εμπλούτισε ο ίδιος στη γη του Αριστοτέλη! - M.V.L. (Eλευθεροτυπία, 22 Απρ. 1997 - επιμ. Β.Τσιώρου)

Image Hosted by ImageShack.us

Nίκος Γαβριήλ Πεντζίκης: Ουρανούπολις

Δύο χρόνια νωρίτερα ο Μάριο Βάργκας Γιόσα είχε επισκεφτεί τον τάφο του Καβάφη, στο Ελληνικό νεκροταφείο της Αλεξάνδρειας

Στον τάφο

Σε τύλιγε σε πέπλο βασιλέα
ο μαύρος επιτάφιος κισσός,
κι έγερνες σαν αρχάγγελος, μισός
πάνω απ' τα βράδια της ζωής τα φευγαλέα,
μισός αόρατος ύφαινες στον αέρα
χρυσές παγίδες κι έπιανες το φως.

Κι όπως αργά ξημέρωνε η μέρα
και ήσουν πια της γης ο αδερφός,
άνοιξες διάπλατα της λύπης την αυλαία
και κύλησε ο πόνος ο κρυφός.

Διονύσης Καψάλης: Στον τάφο του Καβάφη



= = = = =

...το να γράφεις, είναι μια θεραπευτική λειτουργία και παρ' όλο που δεν το κάνω συνειδητά, το αποτέλεσμα αυτό αποδεικνύει. Στη δική μου, όμως περίπτωση, μόνο τα δυσάρεστα γεγονότα μπορώ να εκμεταλλευτώ με τη φαντασία μου, ενώ τα ευχάριστα παραμένουν στη μνήμη χωρίς να αναπτύσσονται λογοτεχνικά. Eίναι η θέση που υποστήριζε και ο Mπατάιγ, όταν έλεγε πως η λογοτεχνία είναι το κακό, είναι η επιθυμία που εκφράζει την άρνηση, τα τραύματα, τη στέρηση. - M.V.L.






Eίναι σίγουρο πως γράφεις, για να ζήσεις όσα δεν μπορείς στην πραγματική σου ζωή, είναι ένας τρόπος να ζεις πολλά πεπρωμένα, πολλές εμπειρίες, να υποδύεσαι πολλούς ρόλους. Ο λόγος ύπαρξης της λογοτεχνίας είναι να προσφέρει στη ζωή σου, όλες αυτές τις εμπειρίες που δεν μπορείς να έχεις στην πραγματικότητα, ενώ συγχρόνως το μυαλό σου τις αποζητά. Tο να γράφεις σήμερα είναι η αναζήτηση μιας ασφάλειας μέσα στην ανασφάλεια. Eνα είδος μαγικού κλειδιού, ικανού να δώσει μια λογική συνοχή σε αυτό που διαφορετικά θα ήταν απόλυτα χαώδες. - M.V.L. (Το ΒΗΜΑ, 11/11/2001 - Λ. ΚΕΖΑ)

= = = = =


Eπιστολές σ' ένα νέο συγγραφέα

Αγαπητέ φίλε,
Λίγες μόνο γραμμές, για να σου επαναλάβω κάτι που σου είπα τόσες φορές κατά τη διάρκεια αυτής της αλληλογραφίας, στην οποία, ωθούμενος από τις ενδιαφέρουσες επιστολές σου, προσπάθησα να περιγράψω κάποια από τα μέσα που χρησιμοποιούν οι καλοί μυθιστοριογράφοι για να προικίσουν τα μυθιστορήματά τους με τη μαγεία στην οποία παραδιδόμαστε οι αναγνώστες: ότι η τεχνική, η μορφή, ο λόγος, το κείμενο, ή όπως θέλεις να το πεις, είναι ένα αδιάρρηκτο σύνολο, στο οποίο ο χωρισμός του θέματος του ύφους, της σειράς, των οπτικών γωνιών κ.λ.π. ισοδυναμεί με την πραγματοποίηση μιας τομής σε ένα ζωντανο σώμα. Το αποτέλεσμα είναι πάντα, ακόμα και στις καλύτερες περιπτώσεις, μια μορφή δολοφονίας. Και ένα πτώμα είναι ένα χλομό και απατηλό υπόλειμμα του ζωντανού όντος, σε κίνηση και πλήρη δημιουργικότητα πριν το κυριεύσει η ακαμψία και του επιτεθούν τα σκουλήκια...

Αγαπητέ μου φίλε: αυτό που προσπαθώ να σου πω είναι να ξεχάσεις όσα διάβασες στις επιστολές μου για τη μυθιστορηματική μορφή και ν' αρχίσεις να γράφεις μυθιστορήματα.

Καλή τύχη


= = = = =
1984: Κυκλοφορεί το 7ο μυθιστόρημα του, Μιά ιστορία για τον Μάυτα.



Θέλω να είμαι αυτός που είμαι, λέει ο Μάυτα. Γι αυτό θέλω να κάνω μια άλλη επανάσταση, όχι μια κολοβή... Εκείνη που θα καταργήσει όλες τις αδικίες και μέσα στην οποία κανείς, για κανένα λόγο, δε θα νιώθει ντροπή γι αυτό που είναι...

...για τον Μάριο Βάργκας Λιόσα, η λογοτεχνία υπάρχει για να επιτελεί κοινωνικό έργο: πρέπει, με άλλα λόγια, να αφυπνίζει, να ξεσηκώνει, να θορυβεί τον αναγνώστη της, να του ξυπνάει την επιθυμία να αλλάξει τον κόσμο που ζει - έναν κόσμο που δηλωμένα δεν αρέσει στον ίδιο - να ανατρέπει τις παλιές παραδεδεγμένες αξίες του.








Image Hosted by ImageShack.us
Ο συγγραφέας οφείλει να είναι ένας ασυμβίβαστος επαναστάτης, να αποκαλύπτει τους μηχανισμούς της κοινωνίας που διαφθείρουν το άτομο, γι αυτό και τα έργα του είναι κατά βάση ανθρωποκεντρικά και οι ήρωές του είναι αθώα, μα και προδομένα πλάσματα.
από το εισαγωγικό σημείωμα της Αγγελικής Αλεξοπούλου

Image Hosted by ImageShack.us
- Κάνετε κάτι άλλο από το να γράφετε; Εχετε χρόνο για τη... ζωή;

- Γιατί; To γράψιμο και το διάβασμα δεν είναι ζωή;


Link:
o Μάριο Βάργκας Γιόσα, στο Γράμμα σε χαρτί

Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό site του συγγραφέα
εξώφυλλα των βιβλίων από το site της Πρωτοπορίας


Ενημέρωση 7 Οκτωβρίου 2010

- Τα Νέα:
Στον Μάριο Βάργκας Λιόσα το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2010
Ο Περουβιανός συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2010, όπως ανακοίνωσε η Επιτροπή των Νόμπελ στη Στοκχόλμη σήμερα το μεσημέρι. Η επιτροπή του απένειμε το Νόμπελ, τονίζοντας στα χαρακτηριστικά της γραφής του «τη χαρτογράφηση των δομών της εξουσίας και τις αιχμηρές εικόνες της αντίστασης, της ανταρσίας και της ήττας του ατόμου».

«Η λογοτεχνία υπήρξε η σπονδυλική στήλη, το νευραλγικό κέντρο της ύπαρξής µου. Ηταν περίπου προφανές, έστω και υποσυνείδητα, από την αρχή, ότι θα γίνω συγγραφέας. Από τη στιγµή που ανακάλυψα την ανάγνωση», λέει ο 74χρονος συγγραφέας σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «Le Figaro».

«Η λογοτεχνία είναι σαν τη φωτιά, σηµαίνει διαφωνία και εξέγερση. Ο λόγος ύπαρξης του συγγραφέα είναι η διαµαρτυρία, η αντίρρηση, η κριτική», προσθέτει ο ίδιος (το όνομα του οποίου προφέρεται Λιόσα και όχι Γιόσα λόγω της περουβιανής του καταγωγής). Ο Λιόσα έχει γράψει περισσότερα από 30 μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και δοκίμια. Γεννημένος στην πόλη Αρεκίπα, ο συγγραφέας πήρε την ισπανική υπηκοότητα το 1993. Δύο χρόνια αργότερα, βραβεύθηκε με το βραβείο Θερβάντες, το σημαντικότερο στον ισπανόφωνο λογοτεχνικό κόσμο. Είναι ο πρώτος νοτιοαμερικανός συγγραφέας που κερδίζει το Νόμπελ Λογοτεχνίας μετά τον κολομβιανό Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκέζ, στον οποίο απονεμήθηκε το 1982. Ήταν φθινόπωρο του 1958 στη Μαδρίτη, όταν ο 22χρονος τότε Λιόσα άρχισε να γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα με βάση τις προσωπικές εμπειρίες του από τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν στη στρατιωτική σχολή Λεόνσιο Πράδο της Λίμα του Περού. Το βιβλίο ολοκληρώθηκε τον χειμώνα του 1961, τον έκανε παγκοσμίως γνωστό και προκάλεσε την οργή του περουβιανού καθεστώτος. Ο τίτλος του ήταν Η πόλη και τα σκυλιά, ένα βιβλίο που θεωρείται από πολλούς ως το λογοτεχνικό του αριστούργημα. Ανάμεσα στα βιβλία που έχει γράψει ο Μάριο Βάργκας Λιόσα είναι και τα: Απρόσμενη επίσκεψη, Η θεία Χούλια και ο γραφιάς, Ο πόλεμος της συντέλειας του κόσμου, Μητριάς εγκώμιο, Μια ιστορία για τον Μαύτα, Ο Παντελέων και οι επισκέπτριες, Ποιος σκότωσε τον Παλομίνο Μολέρο, Ο Λιτούμα στις Ανδεις, Οι αρχηγοί, Το ψάρι στο νερό.


Ενημέρωση 23 Οκτωβρίου 2010

- Eπί Σκηνής: Μάριο Βάργκας Λιόσα. Λογοτεχνία και πολιτική: Ταλέντο και αντιφάσεις
Γράφει η Μαρία Κυριάκη
«Γράφω γιατί είμαι δυστυχισμένος. Είναι ο τρόπος μου να πολεμήσω τη δυστυχία».

«Ο Λατινοαμερικανός έχει μια παράδοση που τον οδηγεί στο να τα περιμένει όλα από ένα ισχυρό και υψηλά ιστάμενο πρόσωπο, από έναν θεσμό ή έναν μύθο. Έτσι μπορεί να αποφεύγει τις κοινωνικές του υποχρεώσεις. Αυτή η συνταγή κυριαρχίας εφαρμοζόταν παλαιότερα από τους βάρβαρους Κάιζερ και τους θεούς των Ινκας, των Μάγιας και των Αζτέκων, και αργότερα από τους ισπανούς μονάρχες και την Εκκλησία του αντιβασιλέα. Αυτός είναι για μένα ο κύριος λόγος για την καθυστέρηση της ηπείρου μας και την οικονομική υπανάπτυξη.»

«Τα τρία χρόνια της ενεργού ανάμειξής μου στην πολιτική ήταν πολύ διδακτικά για το πώς η δίψα για την εξουσία μπορεί να καταστρέψει έναν άνθρωπο, να διαστρέψει τις αρχές και τις αξίες του και να μεταμορφώσει τους ανθρώπους σε μικρά τέρατα».

«Ο λαϊκισμός έχει μεγάλη απήχηση σε λαούς χωρίς μεγάλη πολιτική εμπειρία, κολακεύει τα κατώτερα ένστικτα και κάνει τους ανθρώπους να ονειρεύονται λύσεις γρήγορες και εύκολες για τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Είναι η άρνηση της πραγματικότητας και έχει καταστρέψει κάθε κοινωνία που υπέκυψε στο κάλεσμά του. Παρά τις αρνητικές εμπειρίες που έχουμε από τον λαϊκισμό, εξακολουθεί και σήμερα να γοητεύει όσους δεν είναι σε εγρήγορση».

«Η βράβευσή μου είναι μια αναγνώριση της λατινοαμερικάνικης και της ισπανόφωνης λογοτεχνίας και αυτό πρέπει όλους να μας χαροποιεί»
(Από δήλωσή του συγγραφέα στο ραδιοσταθμό RCN)

«Οι δικτάτορες δεν είναι φυσικές καταστροφές. Αυτό ήθελα να περιγράψω στο μυθιστόρημα “Η γιορτή του τράγου”: με ποιο τρόπο δημιουργούνται οι δικτάτορες με τη συνέργεια πολλών ανθρώπων, μερικές φορές μάλιστα και με τη συνέργεια των ίδιων τους των θυμάτων».
.

Ας δούμε πρώτα λίγο τις απόψεις του φιλελεύθερου δημοσιογράφου και συγγραφέα που ξεκίνησε την λογοτεχνική του καριέρα μιλώντας για τις βάρβαρες μεθόδους οι οποίες μετατρέπουν τους ανθρώπους σε μηχανές πολέμου στην στρατιωτική σχολή στην οποία φοίτησε κι ο ίδιος για να καταλήξει να εξυμνεί του Αμερικάνους για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν την τρομοκρατία. Ο νέος μας νομπελίστας ο οποίος έριξε πρώτα μια μπουνιά στα μούτρα του κουμπάρου του, του Μαρκές και μετά έκανε οτιδήποτε θα ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να εξασφαλίσει το Νόμπελ ενώ δήλωνε ταυτόχρονα πως όποιος το επιδιώκει πάση θυσία δεν είναι καλός συγγραφέας, υπήρξε φυσικά φανατικός υποστηρικτής του νυν προέδρου της Χιλής του οποίου την εκλογή υποδέχτηκαν οι οπαδοί του με σημαίες του Πινοσέτ.

Για τον Τσάβες, ο Βάργκας λέει: «Στη Βενεζουέλα σήμερα εγκαθιδρύεται μια κομουνιστική δικτατορία. Μου σηκώνονται οι τρίχες ακούγοντας για αντικατάσταση της ατομικής με κοινωνική ιδιοκτησία» (Όπως άλλωστε και σε κάθε σοβαρό καπιταλιστή που σέβεται την τράπεζά του και την επιχείρησή του).

Οι Μοράλες καιΤσάβες είναι επί λέξει «βάρβαροι καουντίγιος που καλλιεργούν τον ρατσισμό των ιθαγενών ενάντια στους λευκούς». (Ενώ ο ρατσισμός των λευκών Ισπανών, συμπατριωτών της μητέρας του, ενάντια στους ιθαγενείς είναι πολιτισμός και όχι βαρβαρότητα).

Ο ύμνος για τη σεπτή Μάργκαρετ Θάτσερ ακολουθεί: «Δεν υπάρχουν κατάλληλες λέξεις για να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για ότι έχετε κάνει για την ελευθερία» (Μόλις ανατρίχιασα!).

Όσον αφορά τον Αθνάρ γίνεται και γλαφυρός: «Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα αναγνωρίσουν τον Αθνάρ ως έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς ηγέτες» που «οδήγησε την Ισπανία σε αίγλη και επιρροή που δεν είχε ούτε τον χρυσό αιώνα» (Τότε να δεις κατορθώματα οι Ισπανοί. Πέτρα πάνω στην πέτρα δεν άφησαν).

Σε διάφορα άρθρα και ομιλίες του έχει στραφεί ενάντια στους Ζαπατίστας και σε άλλα κινήματα της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου όλου, κάτι το οποίο κάνει τις δικές μας τρίχες να σηκώνονται με τη σειρά τους.

Ας δούμε τώρα πως διαχειρίζεται, ο πρώην κομουνιστής το θέμα της 11ης Σεπτεμβρίου.
Με τις πάντα καίριες δηλώσεις του υπεράσπισε την πολιτική των ΗΠΑ και του Μπους στον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» και κατηγόρησε τις όποιες επιφυλάξεις των ευρωπαϊκών κρατών. «Με τον πόλεμο στο Ιράκ οι ΗΠΑ απελευθέρωσαν τον λαό του Ιράκ από έναν τρομερό δικτάτορα. Εάν η παγκόσμια κοινότητα μπορούσε να κάνει με τον Χίτλερ ότι έκανε και με τον Σαντάμ θα είχε αποφευχθεί η Αποκάλυψη» (Παντού φυσικά εκτός από το Ιράκ κι άλλες τέτοιες επίμαχες περιοχές στις οποίες δεν κατοικούν άνθρωποι αλλά άθλιοι μουσουλμάνοι τρομοκράτες που τους αξίζει η Αποκάλυψη η οποία συμπεριλαμβάνει πλήθος θυμάτων ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό, δολοφονίες, διώξεις και βασανιστήρια καθώς και καταστροφή κάθε πολιτιστικού μνημείου ώστε ο λαός του Ιράκ να απολαμβάνει όπως ξέρουμε όλοι, την ευημερία του, σήμερα!).

Η ζωή του
Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου του 1936 σε μια μεσοαστική οικογένεια στην Αρε Κουίπα. Ήταν το μοναδικό παιδί του Ερνέστο Βάρκας Μαρντονάντο και της Ντόρα Λιόσα Ουρέτα. Ο πατέρας ήταν οδηγός λεωφορείου κι η μητέρα ανήκε σε μια κάστα Ισπανών αποικιοκρατών που γεννήθηκαν στο Περού. Λίγους μήνες μετά ο πατέρας του Λιόσα αποκάλυψε πως είχε σχέση με μια Γερμανίδα και χώρισε με την μητέρα του για να φύγει μαζί της. Αργότερα ο Λιόσα απέκτησε δύο νεώτερους ετεροθαλείς αδελφούς από αυτή τη σχέση. Για ένα χρόνο έζησε στον τόπο της γέννησής του με την οικογένεια της μητέρας του. Τότε ο παππούς του κατάφερε να κερδίσει μια θέση προξένου στη Βολιβία. Όλοι μαζί μετακόμισαν εκεί, στο Κοτσαμπάμπα. Την φροντίδα της οικογένειας την είχε αναλάβει αυτός ο δυναμικός παππούς που είχε φάρμα μπαμπακιού. Ο μικρός Λιόσα ήξερε πως ο πατέρας του είχε πεθάνει και μέχρι τα δέκα του, του απέκρυψαν την φυγή του με μια άλλη γυναίκα. Όταν ήταν πρόεδρος ο Ριβέρο, ο παππούς κατάφερε να εξασφαλίσει μια θέση διπλωμάτη στην Πιούρα οπότε επέστρεψαν στο Περού. Παρακολούθησε το δημοτικό σχολείο και την θρησκευτική ακαδημία Σαλεσιάνο. Το 1946 μετακόμισε στη Λίμα σε ηλικία 10 χρονών και τότε πια συνάντησε για πρώτη φορά τον πατέρα του. Οι γονείς του επανασυνδέθηκαν και μετακόμισαν στην Μαγκταλένα δελ Μαρ, την Μαγδαλινή της θάλασσας, ένα περουβιανό προάστιο στο οποίο έζησε την εφηβεία του. Φοίτησε σ’ ένα χριστιανικό κολέγιο και στα δεκατέσσερα τον έστειλε ο πατέρας του στην στρατιωτική ακαδημία στη Λίμα. Ένα χρόνο πριν αποφοιτήσει άρχισε να δουλεύει σε τοπικές εφημερίδες σαν δημοσιογράφος. Αποσύρθηκε από τη στρατιωτική ακαδημία και τέλειωσε τις σπουδές του στην Πιούρα όπου εργάστηκε για την τοπική εφημερίδα και ανέβηκε η θεατρική παράσταση του πρώτου του δραματικού έργου «La huida del Inca».

Το 1953 επί κυβέρνησης Όντρια, ο Λιόσα μπήκε στο εθνικό πανεπιστήμιο του Σαν Μάρκο το αρχαιότερο της Αμερικής για να σπουδάσει Νομικά και Λογοτεχνία. Παντρεύτηκε σε ηλικία μόλις 19 ετών, την Τζούλια Κουρκουίντι, η οποία ήταν κουνιάδα του θείου του και δεκατρία χρόνια μεγαλύτερή του. Με την αποφοίτησή του πήρε μια υποτροφία για το πανεπιστήμιο της Μαδρίτης. Το 1960 έληξε η υποτροφία του και μετακόμισε στη Γαλλία, πιστεύοντας ότι θα έπαιρνε μια νέα από εκεί. Αλλά φτάνοντας στο Παρίσι έμαθε ότι του την είχαν αρνηθεί. Παρά το οικονομικό πρόβλημα έμειναν εκεί κι άρχισε να γράφει επαγγελματικά. Ταυτόχρονα εξάσκησε διάφορα επαγγέλματα, μεταφραστής, καθηγητής ισπανικών, δημοσιογράφος στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP). Ο γάμος του με την κουνιάδα του κράτησε ως το 1964. Ένα χρόνο μετά παντρεύτηκε την πρώτη του ξαδέλφη Πατρίτσια Λιόσα με την οποία έκανε τρία παιδιά. Τον Αλβάρο που έγινε συγγραφέας, τον Κονζάλο που είναι μπίζνεσμαν και την Μοργκάνα που δουλεύει σαν φωτογράφος. Σήμερα ζει ταξιδεύοντας και έχει σαν βάσεις του την Νέα Υόρκη όπου διδάσκει στο πανεπιστήμιο, τη Λίμα, τη Μαδρίτη και το Λονδίνο.

Πολιτικά βήματα και επιλογές
Αρχικά υποστήριξε την Κουβανική επανάσταση όπως πολλοί άλλοι Λατονοαμερικάνοι διανοούμενοι. Μελέτησε το μαρξισμό σαν φοιτητής και αργότερα προσηλυτίστηκε στον κομουνισμό, μετά την επιτυχία της κουβανικής επανάστασης. Έφτασε στο συμπέρασμα πως ο κουβανικός σοσιαλισμός ήταν ασύμβατος με τις απόψεις του περί ελευθερίας. Η τυπική ρήξη του με την κουβανική κυβέρνηση συνέβη το 1971 με την «υπόθεση Μπαντίλα» όταν ο Κάστρο φυλάκισε τον ποιητή για ένα μήνα. Τότε έγραψε στον Κάστρο διαμαρτυρόμενος για το πολιτικό σύστημα και την φυλάκιση του ποιητή στην οποία εναντιώθηκε μαζί με άλλους διανοούμενους. Από τότε συνέδεσε τον εαυτό του με τον φιλελευθερισμό και αντιτάχθηκε στα δεξιά κι αριστερά αυταρχικά καθεστώτα. Ο Λιόσα διατύπωσε κάποια στιγμή την άποψη ότι η «τέλεια δικτατορία είναι του Μεξικού γιατί είναι μια καλυμμένη δικτατορία».

Μια μυστηριώδης σφαγή
Το 1983 οκτώ δημοσιογράφοι κι ο οδηγός τους ξεκίνησαν για την αγροτική κοινότητα Ουτσουρακάι . Ταξίδεψαν ψηλά στις Άνδεις για να καταγράψουν την αυξημένη βία και την καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όταν έφτασαν εκεί και κάτω από ανεξιχνίαστες συνθήκες δέχτηκαν επίθεση. Δολοφονήθηκαν με μαχαίρια και τσεκούρια και θάφτηκαν σε ρηχούς τάφους στη γύρω περιοχή. Ο Λιόσα τότε διορίστηκε πρόεδρος της διερευνητικής επιτροπής και ατυχώς η εμπλοκή του με αυτή την υπόθεση κι η στάση που διάλεξε να τηρήσει προκάλεσαν αρνητικές αντιδράσεις και την δυσφήμηση του από τον Περουβιανό τύπο. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι η σφαγή ήταν συνομωσία για να αποτρέψουν τους δημοσιογράφους από το να αναφέρουν την παρουσία κυβερνητικών παρακρατικών δυνάμεων στην περιοχή.

Η επιτροπή συμπέρανε ότι υπεύθυνοι για τους φόνους ήταν οι ιθαγενείς χωρικοί. Οι επικριτές του πιστεύουν ότι οι φράσεις που εκτόξευσε ο Λιόσα κατηγορώντας για βαρβαρότητα και αγριότητα τους αποξεχασμένους και ταλαιπωρημένους χωρικούς ήταν η λύση που επέλεξε για να καλύψει τους πραγματικούς ένοχους, για να αποφευχθούν δηλαδή οι κατηγορίες εναντίον του στρατού. Έγινε αντικείμενο έντονης κατάκρισης και κατηγορήθηκε επίσης ότι ενεργά συνεργάστηκε σε κυβερνητική συγκάλυψη της εμπλοκής του στρατού στη σφαγή. Ο Μίσα Κοκοτόβιτς λόγιος λατινοαμερικάνος συνοψίζει στο ότι «ο Λιόσα έβλεπε τις ιθαγενείς κουλτούρες σαν ένα πρωτόγονο εμπόδιο για την πραγματοποίηση του δυτικού μοντέλου εκσυγχρονισμού». Ο ίδιος σοκαρισμένος από την θηριωδία και από τις αντιδράσεις που προκάλεσε η αναφορά του απάντησε ουδέτερα και διπλωματικά ότι οι επικριτές του περισσότερο ασχολήθηκαν μ’ αυτόν παρά με τους εκατοντάδες χωρικούς που αργότερα θα πέθαιναν από τα χέρια των ανταρτών. Η απάντησή του πάντως δεν είχε και μεγάλη σχέση με το ερώτημα που του τέθηκε. Και επίσης μάλλον ύποπτο εμφανίζεται το ενδιαφέρον του για τους αγρότες, τους οποίους δεν είχε σε καμία υπόληψη.

Για την προεδρία
Υποψήφιος ενός κεντροδεξιού συνασπισμού για την προεδρία του Περού το 1990, ηττήθηκε από τον Αλμπέρτο Φουτζιμόρι. Ως υποψήφιος πρότεινε δραστικά μέτρα λιτότητας που τρομοκράτησαν τους ασθενέστερους οικονομικά πολίτες της χώρας. Το πρόγραμμά του ακολουθούσε το δυτικό, καπιταλιστικό πρότυπο κατά γράμμα: Ιδιωτικοποίηση, ανάπτυξη και ενίσχυση της οικονομίας των αγορών, απελευθέρωση του εμπορίου, μεγαλύτερη διάδοση της ιδιωτικής περιουσίας. Έτσι τη μάχη την κέρδισε ο Αλμπέρτο Φουτζιμόρι.

Όσον αφορά την υπηκοότητα
Ένας αξιωματούχος του στρατού διατύπωσε προκλητικά πως οι ενέργειές του αποδεικνύουν ότι η υπηκοότητα του είναι περισσότερο ένα γεωγραφικό ατύχημα και θα έπρεπε να του αφαιρεθεί. Αυτός δημιούργησε μια ολόκληρη μυθολογία γύρω από αυτήν την άνευ ισχύος δήλωση και τελικά κατέληξε να ζητήσει Ισπανική υπηκοότητα η οποία του δόθηκε το 1993. «Το Περού θέλει να μου αφαιρέσει την υπηκοότητά μου και δεν θα ήθελα να μετατραπώ σε παρία από τη μια μέρα στην άλλη», εξηγεί τότε καταγγέλλοντας την κυβέρνηση Φουτζιμόρι.

Το έργο του
Ο 74χρονος Ισπανο-περουβιανός συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα, ο οποίος τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2010, φαίνεται ότι τελικά παρά την αντιπάθειά του για τον τόπο του, εμπνέεται απ’ αυτόν αλλά και από την ιστορία της οποίας είναι άριστος γνώστης. Η γραφή του που θα μπορούσε να θεωρηθεί καινοτόμα όσον αφορά την αφήγηση και τον χειρισμό του θέματος διαθέτει ωστόσο και στοιχεία που τον τοποθετούν στο πάνθεον των κλασσικών.

Άρχισε την επίσημη λογοτεχνική καριέρα του το 1957 με την έκδοση δύο μικρών λογοτεχνικών ιστοριών του «Οι αρχηγοί» κι ο «Παππούς» ενώ παράλληλα εργαζόταν για δύο Περουβιανές εφημερίδες. Το 1959 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή από νουβέλες «Οι Αρχηγοί», που βραβεύεται με το «Λεοπόλδο Άλας». Το μυθιστόρημα «Η Πόλη και τα Σκυλιά», το οποίο εμπνεύστηκε από τα σκληρά χρόνια που πέρασε μεταξύ των «αρχηγών», γράφτηκε το 1963 και μεταφράστηκε σε περίπου 20 γλώσσες. Η καθιέρωσή του όμως έρχεται με «Το Πράσινο Σπίτι». Το 1969 κυκλοφορεί με επιτυχία το βιβλίο του με τίτλο «Συζητήσεις στον Καθεδρικό Ναό». Ακολουθούν «Η Θεία Χούλια και ο Γραφιάς», το οποίο εμπνεύστηκε από τον πρώτο του γάμο, και το «Ο Πόλεμος της Συντέλειας του Κόσμου», στον οποίο αναφέρεται στη βραζιλιάνικη πολιτική.

Επί χρόνια φερόταν ως υποψήφιος για το Νομπέλ Λογοτεχνίας, το οποίο του απένειμε τελικά φέτος η Σουηδική Ακαδημία. Το νέο του βιβλίο «El Sueno del celta», το οποίο είναι αφιερωμένο στο Βρετανό διπλωμάτη Ρότζερ Κέισμεντ και καταδικάζει τις ωμότητες που διαπράχθηκαν στο Κονγκό του Λεοπόλδου του Β', θα κυκλοφορήσει στις αρχές Νοεμβρίου στην ισπανική γλώσσα. Έχει τιμηθεί μεταξύ άλλων με το Βραβείο Θερβάντες, τη σημαντικότερη ισπανική λογοτεχνική διάκριση και έχει γράψει περίπου τριάντα βιβλία (δοκίμια, μυθιστορήματα, νουβέλες, θεατρικά έργα), τα οποία έχουν μεταφραστεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο πρώην δημοσιογράφος και καθηγητής έχει γίνει επίσης γνωστός από τα άρθρα που δημοσιεύει συχνά στις μεγαλύτερες εφημερίδες παγκοσμίως για να υπερασπιστεί τον «φιλελευθερισμό».

Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα στην Ελλάδα
Της ίδιας γενιάς με τον άλλον λατινοαμερικανό νομπελίστα, τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, αλλά, κατά πολλούς αξιολογότερος ο Λιόσα είναι από τους συγγραφείς που έχουν κερδίσει το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, όπως αποδεικνύεται από τα 20 μεταφρασμένα στα ελληνικά βιβλία του. Είχε επισκεφθεί πρώτη φορά την Ελλάδα το 1975, μαζί με τον Χούλιο Κορτάσαρ, ως μεταφραστής σε ένα διεθνές συνέδριο για το βαμβάκι. Την επισκέφθηκε πάλι το 2002 για την παρουσίαση του βιβλίου του «Η γιορτή του τράγου».


Eνημέρωση 7 Ιουνίου 2012

- Η Καθημερινή:
Μάριο Βάργκας Λιόσα: «Η Ελλάδα είναι το σύμβολο της Ευρώπης»
Συνέντευξη του νομπελίστα Περουβιανού συγγραφέα στην ισπανική εφημερίδα Ελ Παΐς.
«Σύμβολο της Ευρώπης», χαρακτηρίζει την Ελλάδα ο Περουβιανός συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα με επιστολή του στην ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς» που δημοσιεύτηκε την περασμένη Κυριακή.

Μ΄ένα λογοτεχνικό κείμενο που θυμίζει τη γνωριμία του με την «κ. Θουκυδίδη», όπως έχει χαρακτηριστεί η Ζακλίν ντε Ρομιγί, ο κορυφαίος Περουβιανός συγγραφέας, αναφέρεται με θαυμασμό και αγάπη στην Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό.

«Η Ευρώπη γεννήθηκε εκεί, στους πρόποδες της Ακρόπολης, είκοσι πέντε αιώνες πριν, και ό,τι καλύτερο έχει, ό,τι αποδέχεται και θαυμάζει περισσότερο έχει τις μακρινές ρίζες του σε αυτή τη μικρή γωνιά της γηραιάς ηπείρου, στις ακτές του Αιγαίου, όπου το φως του ήλιου είναι πιο δυνατό και η θάλασσα πιο γαλάζια» λέει ο βαθύτατα κοινωνικός και πολιτικός συγγραφέας που έχει αναδείξει τις μεγάλες πολιτικές αντιθέσεις της κοινωνίας και της εποχής του.

«Η Ελλάδα, λέει, δεν μπορεί να πάψει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ευρώπης, χωρίς η τελευταία να μετατραπεί σε μια γκροτέσκα καρικατούρα του εαυτού της, καταδικασμένη στην πιο παταγώδη αποτυχία. Η Ελλάδα είναι το σύμβολο της Ευρώπης».

Και το νήμα της αφήγησης ξετυλίγεται:

«Σε εκείνο το δείπνο, πριν από μερικά χρόνια, κάθισα δίπλα σε μια ηλικιωμένη κυρία που κάλυπτε τα μάτια της με μεγάλα σκούρα γυαλιά. Ήταν συμπαθητική, κομψή, μιλούσε εξαίσια γαλλικά και, παρόλο που κατέβαλλε μεγάλες προσπάθειες για να το κρύψει, σε ό,τι έλεγε και σκεφτόταν έλαμπε ένας τεράστιος πολιτισμός. Μόνο στα μισά του δείπνου αντιλήφθηκα, από την ιδιαίτερη προσοχή με την οποία χειριζόταν τα μαχαιροπήρουνα, πως ήταν τυφλή ή, τουλάχιστον, ότι η όρασή της ήταν πολύ περιορισμένη. Μόνο όταν χωρίσαμε μετά το δείπνο, ανακάλυψα ότι η Ζακλίν ντε Ρομιγί ήταν μια μεγάλη ελληνίστρια, καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας στην École Normale και στη Σορβόννη, η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια του Κολεγίου της Γαλλίας και μία από τις λίγες εκπροσώπους του γυναικείου φύλου στη Γαλλική Ακαδημία. Το πρώτο βιβλίο της που διάβασα, το «Γιατί η Ελλάδα»;, με εντυπωσίασε όσο και η ίδια.

Παρά το γεγονός ότι αυτά που γράφει έχουν συμβεί πριν από είκοσι πέντε αιώνες, είναι εξαιρετικά επίκαιρα και η ανάγνωσή τους θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική για τους Ευρωπαίους τούτες τις μέρες που, τρομοκρατημένοι από αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, το ιλιγγιώδες χρέος της, την πολιτική αναρχία, τη φοβερή φτώχεια και την άνοδο του φασιστικού και κομμουνιστικού εξτρεμισμού στις τελευταίες εκλογές, πιστεύουν ότι η έξοδος της χώρας από το ενιαίο νόμισμα, και ακόμη και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι αναπόφευκτη έως και αναγκαία.

Το βιβλίο εξηγεί πώς η νεαρή Ζακλίν διάβασε στα σχολικά της χρόνια Θουκυδίδη και πώς η εντύπωση που της προκάλεσε ο ένας από τους δύο πατέρες της Ιστορίας (μαζί με τον Ηρόδοτο) κατεύθυνε την κλίση της στη μελέτη της κλασικής Ελλάδας, στην οποία θα αφιέρωνε τη ζωή της. Το δοκίμιο κάνει έναν απολογισμό, με τρόπο σαφή, ψυχαγωγικό και βαθύ –σπάνιος συνδυασμός για ειδικό– εκείνου του θαυμαστού 5ου αιώνα προ Κοινής Εποχής στον οποίο ιστορία, φιλοσοφία, τραγωδία, πολιτική, ρητορική, ιατρική, γλυπτική έφτασαν στο απόγειό τους στην Ελλάδα, και έθεσαν τα θεμέλια γι’ αυτό που τελικά θα ονομαζόταν δυτικός πολιτισμός. Ο Όμηρος και ο Ησίοδος είναι σημαντικά προγενέστεροι του 5ου αιώνα, φυσικά, ενώ υπάρχουν καλλιτέχνες, διανοητές και κωμωδιογράφοι και μετά την εν λόγω ιστορική περίοδο. Το βιβλίο δεν διστάζει να υποχωρεί ή να προχωρεί στον χρόνο, ώστε να τους εντάξει όλους στην ελληνική κληρονομιά, παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος αυτού που αποκαλεί «μια ξενάγηση μέσα από τα κείμενα» επικεντρώνεται σε εκείνο το μικρό χρονικό διάστημα των 100 χρόνων, όπου στον περιορισμένο χώρο του ελληνικού κόσμου υπάρχει μια ορμητική έκρηξη, μια φρενήρης δημιουργικότητα σε όλους τους τομείς του πνεύματος, με ιδέες, αισθητικά πρότυπα, πνευματικά μοντέλα, εφευρέσεις και ανακαλύψεις, χάρη στις οποίες ο πολιτισμός του λόγου θα έπαιρνε μια κρίσιμη απόσταση από όλους τους άλλους πολιτισμούς του παρελθόντος και της εποχής του, και, χωρίς να το επιδιώκει ή να το γνωρίζει, θα άλλαζε για πάντα την παγκόσμια ιστορία.

Η Ζακλίν ντε Ρομιγί καταδεικνύει ότι στην Ελλάδα γεννήθηκαν, ή απέκτησαν μια πραγματική υπόσταση και έναν δυναμισμό που ποτέ πριν δεν είχαν υπάρξει στην κοινωνική ζωή κανενός λαού, οι καθοριστικοί παράγοντες της ανθρώπινης προόδου, όπως η δημοκρατία, η ελευθερία, το δίκαιο, η τέχνη και ο λόγος χωρίς τα δεσμά της θρησκείας, οι έννοιες της ισότητας, της υπεροχής του ατόμου, του πολίτη, και ένας μοναδικός, νέος τρόπος σύνδεσης του ανθρώπου με τη μετά θάνατον ζωή και τους θεούς, και, φυσικά, οι ιδέες της ομορφιάς και της ασχήμιας, του καλού και του κακού, της ευτυχίας και της δυστυχίας που, αν και με τις αναπόφευκτες αποχρώσεις και προσαρμογές που έχει επιβάλει η ιστορία, παραμένουν εν ισχύι.

Προκαλεί τον θαυμασμό το ότι ένας λαός τόσο μικρός και τόσο ελάχιστα συνεκτικός πολιτικά, φτιαγμένος από λίγες πόλεις και αποικίες απλωμένες σε όλη την Ευρώπη και τη Μικρά Ασία, οι οποίες διατηρούσαν μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας μεταξύ τους, ένας λαός ενστικτωδώς απρόθυμος να δημιουργήσει μια αυτοκρατορία, να ασκήσει αυτοκρατορική εξουσία και να υποστεί την κυριαρχία ενός τυράννου (όπως έκαναν όλοι οι άλλοι) ήταν σε θέση να αφήσει στην ιστορία της ανθρωπότητας ένα ίχνος τόσο βαθύ, τόσο παρόν τόσους πολλούς αιώνες αργότερα, όταν σχεδόν όλες οι άλλες μεγάλες αυτοκρατορίες ή πολιτισμοί –οι Πέρσες και οι Αιγύπτιοι, για παράδειγμα– αποτελούν σήμερα ως επί το πλείστον, χωρίς να ξεχνάμε κανένα από τα θαύματά τους, μουσειακά κομμάτια.

Δεν ήταν ατύχημα ούτε έργο της τύχης, υπήρχαν λόγοι γι' αυτό και στο βιβλίο της Ζακλίν ντε Ρομιγί παρελαύνουν μπροστά στα μάτια μας με το ίδιο παράστημα, την ομορφιά και την κομψότητα που με μάγεψαν εκείνο το βράδυ στη συνομιλία μας. Οι σωκρατικοί και πλατωνικοί διάλογοι, εκτός του ότι ήταν ένας τρόπος φιλοσοφικής διδασκαλίας, μας εξηγεί η συγγραφέας, έμαθαν στους ανθρώπους ότι η συνομιλία, η συζήτηση σε ομάδες, είναι ένας πιο πολιτισμένος και ηθικός τρόπος συνύπαρξης απ’ ό,τι οι διαταγές ή η υπακοή, είναι μια μορφή επικοινωνίας που αναγνωρίζει ή καθιερώνει εξαρχής μια βασική ισοτιμία, μία αμοιβαιότητα δικαιωμάτων μεταξύ των συνομιλητών. Έτσι αναδύθηκε η ελευθερία, έπαψε ο άνθρωπος να είναι ζώο, γεννήθηκε αληθινά η ανθρωπιά του ανθρώπου.

Αυτή η παρουσίαση στο Γιατί η Ελλάδα; δεν εμφανίζεται ως μια αφηρημένη συζήτηση, αλλά μέσα από σχόλια και λογοτεχνικά αποσπάσματα, γιατί, όπως η συγγραφέας ποτέ δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει, ό,τι αποτελεί έναν πολιτισμό εκπροσωπείται κατ' ουσίαν στα λογοτεχνικά του έργα, και η πραγματική κριτική είναι αυτή που ερευνά την ποίηση, την πεζογραφία, το θέατρο, το δοκίμιο που παράγει μια κοινωνία καθώς αναζητά τις κρυμμένες αλήθειες που τροφοδοτούν τη φαντασία της και διαπερνούν τις περιπέτειες και τους ήρωες στους οποίους οι καλλιτέχνες έδωσαν ζωή για να κατευνάσουν τη δίψα των ανθρώπων της για το απόλυτο, τη δίψα τους να ζήσουν άλλες ζωές.

«Χωρίς να το ξέρουμε, αναπνέουμε τον αέρα της Ελλάδας κάθε στιγμή», γράφει σε μια από τις σελίδες του. Ένα από τα μεγάλα παράδοξα είναι ότι οι Έλληνες, οι οποίοι ποτέ δεν κατέκτησαν κανέναν λαό και πολέμησαν μόνο για την υπεράσπιση της ελευθερίας τους, αργότερα κυριάρχησαν διακριτικά σε όλο τον κόσμο, αρχίζοντας από τη Ρώμη, της οποίας οι λεγεώνες πίστεψαν ότι κατέλαβαν άκοπα την Ελλάδα, όταν στην πραγματικότητα θα ήταν οι ηττημένοι που θα κατόρθωναν να διεισδύσουν στον νου, στο πνεύμα και ακόμη και στη γλώσσα του κατακτητή. (Το δοκίμιο αποκαλύπτει ότι επί πολλά χρόνια εθεωρείτο εκλεπτυσμένο για τις ρωμαϊκές οικογένειες των συγχρόνων του Κικέρωνα και του Βιργιλίου να μιλούν ελληνικά.)

Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα του σήμερα είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που έκτισε τον Παρθενώνα, από εκείνη στην οποία φιλοτέχνησε τα γλυπτά του ο Φειδίας και αγόρευσε ο Σόλωνας. Στους είκοσι πέντε αιώνες που μεσολάβησαν ο λαός της έχει βιώσει ίσως πιο πολλές συμφορές και καταστροφές από τους περισσότερους άλλους: εξωτερικούς και εμφυλίους πολέμους, κατοχές που επί αιώνες κατέστρεψαν την ελευθερία της, τυραννίες και απομόνωση που αρκετές φορές απείλησαν να τη διαλύσουν. Σήμερα το πρωί διάβασα στην International Herald Tribune μια τρομακτική περιγραφή της κατάστασης της οικονομίας της, για τα τερατώδη προνόμια που απολάμβαναν όλα αυτά τα χρόνια οι εφοπλιστές, ο τραπεζίτες και οι πιο πλούσιοι επιχειρηματίες, απαλλασσόμενοι από την καταβολή φόρων, και για τις περιουσίες που έχουν διαφύγει και εξακολουθούν να διαφεύγουν από τη χώρα προς την Ελβετία και τους ασφαλέστερους φορολογικούς παραδείσους ανά τον κόσμο, ενώ οι Έλληνες εξακολουθούν να γίνονται φτωχότεροι, να βλέπουν τους μισθούς τους να συρρικνώνονται ή να περνούν στην ανεργία, στην επαιτεία και την πείνα.

Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες ψήφισαν στις πρόσφατες εκλογές ναζί και εξτρεμιστές της αριστεράς, αλλά το ότι εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί Έλληνες που πιστεύουν στη δημοκρατία, και ότι οι δημοσκοπήσεις για τις επόμενες εκλογές δείχνουν πως τα κόμματα της κεντροδεξιάς, του κέντρου και της κεντροαριστεράς που υπερασπίζονται την ευρωπαϊκή επιλογή και αποδέχονται τους όρους που έχουν επιβάλει οι Βρυξέλλες για τη σωτηρία της Ελλάδας, θα μπορούσαν να έχουν την πλειοψηφία και να σχηματίσουν κυβέρνηση.

Η ελπίδα μου είναι ότι αυτό θα συμβεί επειδή, απλά, η Ελλάδα δεν μπορεί να πάψει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ευρώπης, χωρίς η τελευταία να γίνει μια γκροτέσκα καρικατούρα του εαυτού της, καταδικασμένη στην πιο παταγώδη αποτυχία. Η Ευρώπη γεννήθηκε εκεί, στους πρόποδες της Ακρόπολης, είκοσι πέντε αιώνες πριν, και ό,τι καλύτερο έχει, ό,τι αποδέχεται και θαυμάζει περισσότερο στον εαυτό της, συμπεριλαμβανομένης της χριστιανικής θρησκείας –μία από τις πιο όμορφες σελίδες του δοκιμίου της Ζακλίν ντε Ρομιγί εξηγεί γιατί τα περισσότερα Ευαγγέλια γράφτηκαν στα ελληνικά– καθώς και των δημοκρατικών θεσμών, της ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχει τις μακρινές ρίζες του σε αυτή τη μικρή γωνιά της γηραιάς ηπείρου, στις ακτές του Αιγαίου, όπου το φως του ήλιου είναι πιο δυνατό και η θάλασσα πιο γαλάζια. Η Ελλάδα είναι το σύμβολο της Ευρώπης και τα σύμβολα δεν μπορούν να καταλυθούν χωρίς αυτό που ενσαρκώνουν να καταρρεύσει και να αποσυντεθεί σε εκείνη τη βάρβαρη σύγχυση του παραλογισμού και της βίας από την οποία μας έβγαλε ο ελληνικός πολιτισμός».

Πηγή: ΑΜΠΕ

Ετικέτες