88 ~ Βίκτωρ Ομπερτέν
Victor Auburtin (1870-1928)
...Στο λαμπροφώτιστο υπνοδωμάτιο ο Οδυσσέας άρχισε να μιλάει στην γυναίκα του την Πηνελόπη για τις εικοσάχρονές του περιπέτειες' για την Τροία, για την διαμάχη των βασιλιάδων στο στρατόπεδο' για το ταξίδι της επιστροφής και τα παράξενα της μακρυνής θάλασσας.
Johann Heinrich Wilhelm Tischbein (1751-1829): Oδυσσέας και Πηνελόπη
Όμως όταν έφθασε στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, παρατήρησε πως η Πηνελόπη δίπλα του είχε αποκοιμηθεί. Και σκέφτηκε: τράβηξε πολλά σήμερα η καημένη' θα συνεχίσω αύριο. Κι ακούμπησε το κεφάλι του πλάι στο δικό της, πάνω στο πορφυρένιο προσκεφάλι.
[...]
Στο μακρυνό ταξίδι της επιστροφής απ' όλα πιο πολλή χαρά έδινε στον Οδυσσέα το πως θα διηγόταν στη γυναίκα του όλες αυτές τις περιπέτειες και πως εκείνη θα κρεμόταν αχόρταγα απ' τα χείλη του και θα τον διέκοπτε με ερωτήσεις.
Όμως γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν τόσο προσεκτικός ακροατής σαν τους Φαίακες, που δύο μέρες ολάκερες άκουγαν με προσήλωση τη μελωδική του αφήγηση.
Όταν κάποτε της έκανε μια ερώτηση, κατάλαβε πως μπέρδευε τους Λαιστρυγόνες με τους Λωτοφάγους' κι αυτό τον πόναγε, γιατί θυμόταν με ακρίβεια τις εμπειρίες του, που όσο γίνονταν πιο μακρυνές, όλο και πιο πολύ τις αγαπούσε.
Μόνον όταν μιλούσε για τη νύμφη Καλυψώ φαινόταν ν' ακούει προσεκτικότερα. Και το ενδιαφέρον της αυτό τον ερέθιζε κι εξιστορούσε τούτο το κομμάτι της περιπλάνησής του πιο διεξοδικά: το μοναχικό νησί, το θαυμαστό ιερό άλσος, που στα δέντρα του φώλιαζαν τα θαλασσοπούλια, και την ευωδιαστή σπηλιά της θεάς.
Arnold Böcklin (1927-1901): Oδυσσέας και Καλυψώ
- Πόσο καιρό έμεινες σ' αυτην Καλυψώ; ρώτησε μια φορά.
- Επτά χρόνια, απάντησε αυτός.
Έσκυψε στο εργόχειρό της και τα μάτια της σκοτείνιασαν.
Τον καιρό που έλειπε ο Οδυσσέας, κάθε βράδυ, την ώρα που ανάβουν τα φώτα, άρχιζε στη μεγάλη αίθουσα η γιορτή των μνηστήρων. Και η Πηνελόπη άκουγε που 'φταναν ως το δωμάτιό της ο θόρυβος του συμποσίου, ο ήχος του αυλού και οι χαρούμενες φωνές των αντρών, που της ήταν αφοσιωμένοι.
John William Waterhouse (1849-1917)
Μερικές φορές, σκεπασμένη με τον πέπλο, ανέβαινε κρυφά στη στοά που περιέτρεχε ψηλά την αίθουσα και κοίταζε πίσω από έναν στύλο τους άντρες, που κάθονταν σε επίχρυσα καθίσματα: τον θεϊκό Αντίνοο - τα μάτια του ήταν σαν την νύχτα - τον ευγενή μεσόκοπο Ευρύμαχο και τον Μένωνα, που ακόμα ήταν παλικαράκι. Τώρα ο αυλός είχε βουβαθεί και όλα στο σπίτι ακολουθούσαν την κανονική τους πορεία. Όμως, πάντοτε, όταν ερχόταν η ώρα που άναβαν τα φώτα, η βασίλισσα γινόταν ανήσυχη κι έδειχνε να της λείπει αυτός ο ήχος κι αυτές οι μακρυνές φωνές, που όλες τώρα είχαν πεθάνει.
Πηνελόπη - Ρωμαϊκό αντίγραφο
Ο Victor Auburtin, βρέθηκε στην Ελλάδα όταν εργαζόταν ως ανταποκριτής για διάφορες γερμανικές εφημερίδες. Εγκατεστημένος στο Βερολίνο, με γαλλική καταγωγή, σπούδασε γερμανική φιλολογία και ιστορία τέχνης. Συγγραφέας, μεταφραστής και δοκιμιογράφος "εμβάθυνε όλο και περισσότερο στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, αποκάλυπτε τις μικροαδυναμίες των ανθρώπων, εκφράζοντας τις ιδέες του απλά, παραστατικά και χωρίς εμπάθεια. Θεωρούσε τον εαυτό του επιφυλλιδογράφο και ευθυμογράφο, όμως την ευθυμία του την επισκίαζε η απογοήτευση και η μελαγχολία", γράφει στην εισαγωγή του ο μεταφραστής Αγαθοκλής Αζέλης. Στο ίδιο σημείωμα διαβάζουμε ότι το 1914 ο Victor Auburtin φυλακίστηκε στην Γαλλία με την ψευδή κατηγορία της κατασκοπίας και ότι μερικά από τα κύρια έργα του είναι: "H χρυσή αλυσίδα" (νουβέλες), "Το τέλος" (δράμα), "Η τέχνη πεθαίνει" (δοκίμιο, όπου κατηγορεί την καπιταλιστική βιομηχανία τέχνης, που μετέτρεψε τα έργα τέχνης σε αντικείμενα μαζικής κατανάλωσης, απομακρύνοντας συνάμα την τέχνη από το λαό), "Μια γυάλα με χρυσόψαρα" και "Κάποιος παίζει ποιμενική φλογέρα" (συλλογές επιφυλλίδων, όπου έχει διαρκώς στο στόχαστρο τις αντιφάσεις του καπιταλισμού).
Eξώφυλλα βιβλίων:www.glaux.de, www.j5a.net, jovis.de,