82 ~ με τον Πήτερ Γκρέη στον Πόρο
Peter Gray (1895-1952)
"Ξαναγύρισα στο νησί νιώθοντας
μιαν απόλυτη πληρότητα"
Η αρχή της πομπής με τον Επιτάφιο ήταν ήδη μακριά από μας κι άρχιζε ν' ανεβαίνει τα σκαλιά του Άγιου Γιωργιού, έτσι που ακούγαμε πια αμυδρά τις ψαλμωδίες. Πού και πού έβλεπα στο βάθος, ανάμεσα απ' τα σπίτια, την πομπή με χιλιάδες αναμμένα κεριά να φωτίζουν τριγύρω τις σκοτεινές σιλουέτες των πιστών, που βάδιζαν σιωπηλοί και ντυμένοι στα σκούρα τους ρούχα. Η πομπή του Ευαγγελισμού ενώθηκε τελικά με την πομπή του Άγιου Γιωργιού, η οποία είχε ήδη ενωθεί με την πομπή του Άγιου Κωνσταντίνου. Οι τρεις ομάδες ενωμένες βάδιζαν αργά γύρω απ' την πόλη και κατέβηκαν και στην παραλία, βιώνοντας έτσι την πιο σκοτεινή φάση του κύκλου της ανθρώπινης ζωής με αργό βηματισμό και με τ' αναμμένα τους κεριά.
Βάδιζα ακριβώς πίσω απ' την γιαγιά Σοφούλα και κάθε τόσο, καθώς έριχνα μια ματιά στους κυρτούς ώμους της και στο γερμένο της κεφάλι μέσ' απ' το μαύρο μαντήλι της, ένιωθα μια τρυφερότητα να αναβλύζει από μέσα μου γι' αυτήν. Σε μέρη που τα σκαλιά ήταν απότομα για τα γέρικα πόδια της, αν ήταν οποιοσδήποτε άλλος, θα τον έπιανα απ' το μπράτσο και θα τον βοηθούσα' μα ήξερα πως απ' την περηφάνια της και τη θέληση της γι' ανεξαρτησία θα μου τράβαγε μακριά το χέρι. Τα πόδια της, που ανύψωναν και πάταγαν κάτω τα βαριά χωριάτικα μαύρα παπούτσια της, τα φύλαγε απ' τις κακοτοπιές με ιδιαίτερη προσοχή και τυφλή σιγουριά, έτσι που μου θύμιζε το γέρικο γάιδαρο της, τον Πολύξενο, τον οποίο πολλές φορές είχα περάσει απ' τα ίδια κακοτράχηλα σκαλιά. Όποτε ξανάριχνα τη ματιά μου στους κυρτούς της ώμους και μ' έπνιγε η τρυφερότητα γι' αυτήν, στοχαζόμουνα τη θέληση και το ρεαλισμό με τον οποίο είχε επανειλημμένα ξεπεράσει το θάνατο, την πείνα, τις γέννες, τη θλίψη, την έκσταση, τους έρωτες της, τις αρρώστιες, τη σκληρή δουλειά, τις θύελλες της ζωής, τον πόλεμο και τις ριζικές κοινωνικές αλλαγές που 'χαν γίνει στις μέρες της, πιο πολλές ίσως κι απ' όσες γνώρισα εγώ, τα 'χε ξεπεράσει όλα τούτα χάρη στη λησμονιά για το θάνατο, σαν το σπόρο που βγαίνει απ' τον καρπό και πέφτει στη γη. Και κάθε φορά που συμβιβαζόταν με το θάνατο της, τον υποδεχόταν στ' αλήθεια μ' όλη της την κατανόηση για την ατέλειωτη αβεβαιότητα και για τ' ασταμάτητα και αλλοπρόσαλλα γυρίσματα που 'χει η ζωή. Κι όμως ποτέ δεν είχε ψάξει πώς θα γλυτώσει είτε απ' τον πόνο του Θανάτου, είτε απ' το θρίαμβο της Ανάστασης. Ήξερε πάντα να ζει το σήμερα και τις αλλαγές της ζωής όσο πιο ζωντανά μπορούσε, σαν τη σταλιά της θάλασσας που φωσφορίζει στο σκοτάδι, κι ανακατώνεται και χάνεται μέσα στ' απόνερα του βαποριού που τρέχει.
Ο αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Peter Gray, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1930 και παραμένει επί μία διετία στον Πόρο όπου εξοικειώνεται με τους κατοίκους, απολαμβάνει την φιλοξενία και την ζεστασιά τους, δένεται μαζί τους και προσαρμόζεται στην καθημερινή ζωή και στον τρόπο διασκέδασής τους. Νιώθωντας το νησί σαν δεύτερη πατρίδα του, το επισκέπτεται για δεύτερη φορά το 1937 και παραμένει για μια ακόμα διετία. Τις εμπειρίες του από τα δύο χρόνια της τελευταίας παραμονής του (1937-1939) καταγράφει λογοτεχνικά στο βιβλίο του The People of Poros.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 2002, σε έκδοση του Δήμου Πόρου, και έγινε γνωστό χάρη στον μεταφραστή του Γιάννη Μανιάτη: «Η ανακάλυψη αυτού του βιβλίου για τον Πόρο από μένα, έγινε τελείως τυχαία στα 1984 στην Αμερική, όπου βρισκόμουνα σταλμένος για πτυχίο από το Ναυτικό. Στις 25 Μαρτίου της χρονιάς αυτής με έστειλαν από την Ελληνική Πρεσβεία της Ουάσιγκτον εκπρόσωπο στην Αννάπολη της πολιτείας Μαίριλαντ, όπου η εκεί δραστήρια Ομογένεια διοργάνωνε εορταστικές εκδηλώσεις για την Εθνική Επέτειο. Εκεί ο παπάς της Ορθόδοξης ενορίας, όταν έμαθε πως κατάγομαι απ' τον Πόρο, με πληροφόρησε γι' αυτό το βιβλίο, δίνοντας μου και τα εκδοτικά του στοιχεία. Είχα την ευκαιρία να το βρω σε πολλές κρατικές και δημοτικές βιβλιοθήκες της πρωτεύουσας Ουάσιγκτον και της πολιτείας τής Βιρτζίνια, όπου έμενα. Κράτησα και φωτοτυπημένο αντίγραφο για τη βιβλιοθήκη μου. Οι υπηρεσιακές μου όμως υποχρεώσεις τόσα χρόνια, με εμπόδισαν να το επεξεργαστώ και να το προσφέρω μεταφρασμένο και κατάλληλα σχολιασμένο στο Ελληνικό Κοινό και ιδιαίτερα στους συντοπίτες μου, όπως πολύ ήθελα.»
Όσο κι αν είναι ωραία στη φύση της η Ελλάδα, και πλούσια στους αρχαιολογικούς θησαυρούς της και στην αναπόληση της πολιτιστικής κληρονομιάς της, το πιο σπουδαίο πράμα που 'χεις να μάθεις είν' οι άνθρωποι της. Αυτοί είναι σίγουρα το θαύμα της. Είδα την κατρακύλα της λέξης "human" που 'φτασε ν' ακούγεται σα βλαστήμια. [...] Η ελληνική "Α ν θ ρ ώ π ι ν ο ς" είναι προτιμότερη για χρήση στα αγγλικά απ' την αντίστοιχη 'human". Η ελληνική λέξη, αν και παλιότερη, είναι πιο καθαρή και φέρνει πιο κοντά στη βασική της έννοια. Γιατί κι ο σημερινός Έλληνας είναι απόλυτα και ξεχωριστά ανθρώπινος. Κοινωνικός, μα κι απίθανα μοναχικός. Ανταγωνιστικός, μα κι αφάνταστα γενναιόδωρος. Σατανικός και πανούργος στις πρακτικές του συναλλαγές, είναι παθιασμένα ιδεαλιστής κι επιδεκτικός ζωηρής αφοσίωσης στους στόχους του. Ακριβώς όπως οι αρχαίοι θεοί του ήταν οι πιο ανθρώπινοι απ' τους θεούς όλων των άλλων λαών, έτσι κι ο σημερινός Έλληνας είν' ο πιο ανθρώπινος απ' όλους τους ανθρώπους. Κι αν είναι κάτι πάρα πάνω, το ξέρει καλά ο ίδιος. Ξέρει πολύ καλά πόσος είναι κι ίσαμε πού φτάνει ο ανθρωπισμός του. Και δεν ξεγελιέται να παρασυρθεί ούτε στ' απάνθρωπα, ούτε στα υπεράνθρωπα. Κι αποστρέφεται κι εμπαίζει τόσο το ανεγκέφαλο κι ασυναίσθητο ρομπότ, όσο και το ρομαντικό υπεράνθρωπο.
Απ' τον Πειραιά στον Πόρο: Τη δεύτερη μέρα απ' όταν έφτασα στην Ελλάδα, έφαγα νωρίς για μεσημέρι κι έτρεξα να μπω στο παλιό ατμόπλοιο Πτερωτή, που 'θελε πάνω από μισή ώρα για να φύγει. Απ' το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα, πηγαινοερχόμουνα συχνά στον Πόρο μ' αυτό το βαπόρι' και κάθε μέρα το 'βλεπα φουνταρισμένο μπρος στο στενό του νησιού. Το 'χαν Ποριώτες' ήταν κομμάτι απ' το νησί τους. Μα κείνη την ημέρα δεν είδα κανένα Ποριώτη μέσα. Το κάτω κατάστρωμα ήταν γεμάτο από ένα τσούρμο Αθηναίους, που πήγαιναν διακοπές. Στο απάνω κατάστρωμα, που το 'σκιαζε λίγο μια τέντα απ'τον καυτό μεσημεριάτικο ήλιο του Ιούλη, βρήκα μια θέση να κάτσω ανάμεσα σ' έναν ασπρομάλλη χωρικό φουστανελά και σε μία κυρία απ' την Αθήνα.
Τι σκεπτόσαστε; με ρώτησε η κυρά, κόβοντας το στοχασμό μου. Εγώ ξανάκατσα δίπλα της.
- Σκεπτόμουνα πως εσείς οι Ελληνες, χάρη στην όμορφη χώρα σας, μαθαίνετε να λέτε τα πράματα με τ' όνομα τους' σκεπτόμουνα πως εσείς ξέρετε καλύτερα απ' όλους τους άλλους ποια πράματα απ' τη ζωή αλλάζουν και ποια όχι. Πόσα στ' αλήθεια πράματα μαθαίνετε απ' τις φωτεινές ανταύγειες που αλλάζουν στο διάβα της ημέρας, απ' τα λουλούδια που γρήγορ' ανθίζουν και μαραίνονται, κι απ' τ' άγρια βράχια που ορθώνονται στα γυμνά βουνά σας!
- Σας ακούω πολύ αφελή. Με απογοητεύετε. Σας βρίσκω πολύ ευαίσθητο για αλλοδαπό.
Μπροστά μας ορθωνόταν ένα φαινομενικά κλειστό τείχος από γκρίζα βράχια, μα το βαπόρι ξέροντας πού θα πάει, χώθηκε μέσα, κι η τυφλή αυλαία άνοιξε σ' ένα κανάλι. Είχαμε πια περάσει το φανάρι. Το κανάλι στένεψε και τα βράχια δεξιά χωρίστηκαν απ' τα βράχια του νησιού σε δυο πλευρές.
Τεντώθηκα μπροστά στην κουπαστή. Το νερό έκανε δυνατό πάφλασμα, καθώς το 'σχιζε η πλώρη. Το βαπόρι έστριψε αριστερά. Το κανάλι απλώθηκε απότομα σε μια ήρεμη λίμνη. Τ' άσπρα σπιτάκια του νησιού φάνηκαν σύρριζα στο νερό αμφιθεατρικά σκαρφαλωμένα στην απόκρυμνη πλαγιά, λαμπερά στον απογεματινό ήλιο.
Στο λιμανάκι της Αίγινας είχες πάντα την έννοια μιας κυκλωμένης θάλασσας. Εδώ στο στενό του Πόρου — το κανάλι κρύβεται και στενεύει σε δύο άκρες — νιώθεις μόνο τη στεριά' η μικρή άσπρη πόλη καθρεφτίζεται στο νερό' τα ψηλά βουνά της Αργολίδας με την κορφογραμμή της Κοιμωμένης ξύνουν τον ουρανό.
Τα βράχια και το πευκόδασο του νησιού, ο καταπράσινος κάμπος του Δαμαλά με τα σκούρα κυπαρίσσια του, οι συκο-μουριές, οι πορτοκαλιές και τ' αμπέλια, το χωριουδάκι του Γαλατά, όπου το κανάλι στενεύει πιο πολύ, τα ανάκατα καφετιά βράχια πάνω απ' τον Πόρο, οι ερειπωμένοι ανεμόμυλοι, το ρολόι, οι πράσινες αυλές, οι φωνές των παιδιών, οι απόηχοι και οι μυρωδιές της στεριάς, όλα συναγμένα σ' ένα θεσπέσιο ανθολόγημα. Η κάτασπρη πόλη με την ήρεμη βουνοτριγύριστη λίμνη που απλώνεται μπροστά της, ήταν ο προορισμός μου, ήταν το τέλος του ταξιδιού μου μέσ' από δύο ωκεανούς. Ξαναγύρισα στο νησί νιώθοντας μιαν απόλυτη πληρότητα,- μετάφραση: Γιάννης Μανιάτης
O Πήτερ Γκρέη γεννήθηκε στην Γουιτσίτα του Κάνσας το 1895, σπούδασε δημοσιογραφία στην αντίστοιχη Σχολή της Ν. Υόρκης και ταξίδεψε σε πολλά μέρη του Κόσμου. Ιδεαλιστής, ευαίσθητος, ρομαντικός, βαθύς στοχαστής και γνώστης πολλών τομέων του επιστητού, αγάπησε την Ελλάδα και τον Πόρο σαν δεύτερη πατρίδα του και έζησε δύο φορές στο νησί στα 1930—1932 και 1937—1939. Μεταξύ των έργων του είναι οι νουβέλες "Pillar of Salt" και "Kangaroo", ενώ συνεργάστηκε με τα περιοδικά "Yale Review" και "Virginia Quartertly", όπου δημοσίευσε σειρά από λογοτεχνικά και φιλοσοφικά άρθρα. Το λογοτέχνημα όμως που τον έκανε περισσότερο γνωστό και του απέφερε μάλιστα και αξιόλογα οικονομικά κέρδη ήταν σίγουρα το "Τhe People of Poros". Το έργο, προωθημένο κατάλληλα και από τον κολοσσιαίο Αμερικανικό εκδοτικό του οίκο MacGraw-Hill C., κυκλοφόρησε ευρύτατα από το 1942. Ο Peter Gray πέθανε πρόωρα στη Μανίλα των Φιλιππίνων περί το 1952. Κάποιοι εικάζουν πως ήταν και πράκτορας της χώρας του στην Ελλάδα και στα άλλα μέρη που επισκέφτηκε, αλλά αυτό δεν μπορεί να στηριχτεί βάσιμα. - Γιάννης Μανιάτης
Με πολλές ευχαριστίες στον κύριο Γιάννη Μανιάτη
για την γενναιόδωρη παροχή υλικού
- τα κείμενα είναι από το βιβλίο Oι Ποριώτες στο νησί τους
του Peter Gray, σε απόδοση Γιάννη Μανιάτη
-έκδοση του Δήμου Πόρου, 2002 (στον εκδ.οίκο Κοράλι)
- η φωτογραφία της Wichita είναι από το photobucket.com
Aκόμα:
- Κίχλη: Πήτερ Γκρέυ: Οι Ποριώτες στο νησί τους
για την γενναιόδωρη παροχή υλικού
- τα κείμενα είναι από το βιβλίο Oι Ποριώτες στο νησί τους
του Peter Gray, σε απόδοση Γιάννη Μανιάτη
-έκδοση του Δήμου Πόρου, 2002 (στον εκδ.οίκο Κοράλι)
- η φωτογραφία της Wichita είναι από το photobucket.com
Aκόμα:
- Κίχλη: Πήτερ Γκρέυ: Οι Ποριώτες στο νησί τους
2 Comments:
Πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα και πολύ όμορφες οι φωτό του Πόρου! Ειδικά αυτή με τη γυναίκα-βουνό, που ο ήλιος δύει στο όμορφο στήθος της.
Τυχερός ο φωτογράφος, τέτοιων ποιητικών πλάνων, στα ποριώτικα ηλιοβασιλέματα...
Καλημέρες!
Αν κι εσύ, η κυρά των μεγάλων ταξιδιών, τόσο κοντά που είναι αυτό το νησί, μπορεί και να μην έχεις πάει...
Δημοσίευση σχολίου
<< Home